Ενας χρόνος έχει περάσει από την τεράστια καταστροφή στον Εβρο, με τις γνωστές συνέπειες στην απώλεια ανθρώπινων ζωών και την οικολογική καταστροφή.
Παρά τη συγκρότηση ειδικής επιτροπής ανασυγκρότησης του νομού, η διαδικασία παραμένει στάσιμη, καθώς, όπως ομολόγησε μέλος της επιτροπής, ούτε οι ίδιοι δεν γνωρίζουν τον ακριβή προϋπολογισμό που θα διατεθεί για τον σκοπό αυτό. Ο σχεδιασμός ανασυγκρότησης φαίνεται να γίνεται χωρίς σαφείς κατευθύνσεις.
Αυτή τη στιγμή, χωρίς να έχουν εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που θα στηρίξουν το εγχείρημα, η επιτροπή έχει δημοσιοποιήσει την πρώτη φάση του master plan, που περιλαμβάνει κυρίως διαπιστώσεις και περιγραφές της τρέχουσας κατάστασης στο περιβάλλον, την οικονομία και τον κοινωνικό ιστό του Εβρου, καθώς και κάποιες γενικόλογες προτάσεις. Γενικόλογες αναφορές και θολό τοπίο επικρατούν επίσης στη μελέτη για τις επιχειρήσεις του Εβρου, καθώς γίνεται μνεία γνωστών και πάγιων χρηματοδοτικών εργαλείων, στα οποία οι επιχειρήσεις του νομού είχαν ήδη πρόσβαση.
Υπάρχει, για παράδειγμα, πρόταση έργου με τίτλο «Χρηματοδότηση επενδύσεων» με προϋπολογισμό 10 εκατ. ευρώ από τον αναπτυξιακό νόμο, «Εξυπνη μεταποίηση» με 5 εκατ. ευρώ από το ΕΣΠΑ της ΑΜΘ, καθώς και «Μεταφορικό κόστος-Ισοδύναμο» με 10 εκατ. ευρώ και χρηματοδότηση από εθνικούς πόρους.
Ας κάνουμε όμως μια υπόθεση εργασίας. Ακόμη και αν η υλοποίηση του προγράμματος ανασυγκρότησης ήταν ταχεία και οι πηγές χρηματοδότησης επαρκείς, ανταποκρίνεται ο συγκεκριμένος σχεδιασμός στις απαιτήσεις που έχουν προκύψει από τη μεγάλη καταστροφή; Πολύ φοβάμαι πως η απάντηση είναι όχι. Η συγκεκριμένη μελέτη δεν απαντά στα διαχρονικά και δομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει το παραγωγικό μοντέλο της περιοχής.
Η περιοχή έχει επιτακτική ανάγκη έναν ολιστικό σχεδιασμό που όχι μόνο θα μετασχηματίσει το παραγωγικό μοντέλο, επιτρέποντας παράλληλα σε δεκάδες επαγγέλματα, όπως οι μελισσοκόμοι, οι κτηνοτρόφοι και οι ελαιοπαραγωγοί που είχαν άμεση σχέση με τη ζωή στο δάσος, να αποκτήσουν ξανά παραγωγικές δυνατότητες, αλλά κυρίως θα προσδώσει στην τοπική οικονομία την απαραίτητη ανθεκτικότητα απέναντι στις επερχόμενες κρίσεις που κανείς ακόμη δεν μας έχει εξασφαλίσει πως δεν θα έρθουν.
Οι ελαιοπαραγωγοί, ιδιαίτερα, αντιμετωπίζουν σημαντικές προκλήσεις λόγω των κλιματικών αλλαγών, όπως οι ακραίες θερμοκρασίες και η ξηρασία, που απειλούν την παραγωγή τους και, κατά συνέπεια, την οικονομική τους βιωσιμότητα. Η ανάγκη για προσαρμογή σε νέες καλλιεργητικές πρακτικές και βελτίωση των υποδομών είναι επιτακτική για την επιβίωση του κλάδου.
Υπάρχει ακόμη χρόνος, καθώς η β’ φάση του master plan είναι ανοιχτή, ώστε να μεταβληθούν η φυσιογνωμία, οι στόχοι και οι επιδιώξεις του κρατικού σχεδιασμού, για να υπηρετήσουν τις πραγματικές ανάγκες του τόπου χωρίς προχειρότητα και μικροκομματικές επιδιώξεις.