Στο ΚΤΕΛ και στη μεταφορά του σε άλλο σημείο της πόλης, με σκοπό την κυκλοφοριακή αποσυμφόρηση του κέντρου, αναφέρει σε άρθρο του ο κ. Π.Α.Μιχαηλίδης, πρώην Δημοτικός Σύμβουλος και Αρχιτέκτονας Μηχανικός ΑΠΘ.
Ολόκληρο το άρθρο του κ. Μιχαηλίδη:
Το ΚΤΕΛ Έβρου Α.Ε. λειτουργεί στο κέντρο της Αλεξανδρούπολης και στην οδό Βενιζέλου από το 1963 (61 συναπτά έτη), εποχή που η πόλη είχε πληθυσμό περίπου 15.000 κατοίκους.
Τα τελευταία 20-25 χρόνια η κάθε δημοτική αρχή μαζί με το δημοτικό συμβούλιο προβληματίζονται για την μετεγκατάστασή του με σκοπό την δημιουργία ενός σύγχρονου και λειτουργικού κτιρίου κυρίως όμως για την αποσυμφόρηση της κυκλοφοριακής κίνησης που προκαλείται.
Τελικώς προ διετίας, προκρίθηκε με απόφαση της σημερινής δημοτικής αρχής η δυτική πλευρά της πόλης για μεταφορά του ΚΤΕΛ σε οικόπεδο ιδιοκτησίας του, με εκφρασμένη παρόλα αυτά την άποψη από πλευράς αρκετών δημοτικών συμβούλων αλλά και αυτοδιοικητικών παραγόντων, πως η επιλογή αυτή θα συναντήσει πολλά εμπόδια, ενώ η καλύτερη λύση είναι στα ανατολικά, καθώς η συγκέντρωση των μέσων μαζικής μεταφοράς σε εκείνη την πλευρά είναι η σωστότερη συγκοινωνιακά λύση.
Δυστυχώς όμως μέχρι και σήμερα τα συγκοινωνιακά προβλήματα συνεχώς διογκώνονται, τα λεωφορεία του ΚΤΕΛ εξακολουθούν να «φρακάρουν» συχνά την κυκλοφορία στο κέντρο της πόλης, η οδός Βενιζέλου, (από τους κεντρικότερους δρόμος της Αλεξανδρούπολης), παραμένει αναξιοποίητη από οποιαδήποτε ανάπλαση και οι ιδιοκτήτες του ΚΤΕΛ δεν μπορούν να εκσυγχρονίσουν την υπηρεσία που προσφέρουν στο επιβατικό τους κοινό. Την ίδια στιγμή η πόλη αυξάνεται ραγδαία πληθυσμιακά, οι αναπλάσεις συνεχίζονται με ταυτόχρονη μείωση θέσεων στάθμευσης και ο οδικός τουρισμός προσθέτει επί πλέον σοβαρά κυκλοφοριακά προβλήματα.
Σε αυτή την κατάσταση, αναζητούνται άμεσα απαντήσεις για το αν υπάρχει κάποια πρόοδος σχετικά με την τελευταία απόφαση του δημοτικού συμβουλίου και σε ότι αφορά το σοβαρό εμπόδιο της παλαιότερης απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας που απαγορεύει τη λειτουργία υπεραστικού σταθμού αυτοκινήτων στην εν λόγω περιοχή, κυρίως όμως αν έχει προχωρήσει το απαραίτητο τοπικό ρυμοτομικό σχέδιο που είχε υποσχεθεί πως θα εκπονήσει η διοίκηση του ΚΤΕΛ.
Διαφορετικά και σε περίπτωση που υπάρχει νέα κωλυσιεργία και αξεπέραστα εμπόδια στην λύση της δυτικής πλευράς χωρίς μάλιστα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα, θα πρέπει άμεσα ξεκινήσει μια συντονισμένη προσπάθεια ενός νέου εναλλακτικού σχεδίου, όπως το υποστηρίζω σταθερά τα τελευταία χρόνια μαζί με μια μεγάλη μερίδα σημαντικών αυτοδιοικητικών παραγόντων της πόλης (Λασκαράκης, Λαμπάκης, Καφετζής, κλπ).
Συγκεκριμένα η μετακίνηση του ΚΤΕΛ θα πρέπει να συνδεθεί μοιραία με το γεωστρατηγικό ρόλο της Αλεξανδρούπολης και του λιμανιού της και για την μετατροπή της σε ένα μεγάλο διαμετακομιστικό και συγκοινωνιακό κόμβο. Με βάση αυτήν την προοπτική είναι απαραίτητη η δημιουργία ενός σύνθετου διεθνούς τερματικού σταθμού, όπου θα καταλήγουν όλα τα εγχώρια και διεθνή μέσα μεταφοράς, στο ανατολικό τμήμα της πόλης, στην αφετηρία της ανατολικής περιφερειακής οδού που θα συνδέει το λιμάνι με την Εγνατία και τη ΒΙ.ΠΕ.
Όπως μάλιστα αναφέρθηκε δια στόματος του Γιάννη Λασκαράκη στην τελευταία σχετική συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου, «η δημοτική αρχή , η Περιφέρεια και η Κυβέρνηση θα πρέπει να σχεδιάσουν την Αλεξανδρούπολη του μέλλοντος και να προβλέψουν όλα τα έργα αστικής υποδομής και τις δράσεις που απαιτούνται, ώστε η πόλη να υποδεχθεί χωρίς προβλήματα τις νέες λειτουργίες, τις συγκοινωνιακές ανάγκες και την μεγάλη αύξηση του πληθυσμού της στα επόμενα χρόνια.
Χρειαζόμαστε ένα master plan, ένα σχέδιο ολιστικής αστικής ανάπτυξης. Και να μην ξεχνάμε ότι τώρα ό,τι και να ζητήσουμε από την Κυβέρνηση και από τις Βρυξέλλες θα το πετύχουμε, αρκεί να είναι επιστημονικά και αναπτυξιακά τεκμηριωμένο και να εντάσσεται στις γεωστρατηγικές προοπτικές της πόλης. Διότι η Αλεξανδρούπολη αποτελεί μια πολύτιμη πραγματικότητα για την Περιφέρεια και για ολόκληρη τη χώρα.
Αλλά και για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και φυσικά πρέπει να ζητήσουμε μέτρα για την προστασία του ιστορικού περιβάλλοντος, και την ανάδειξη και διαφύλαξη των κτηρίων του παλιού Γαλλικού σταθμού. Θα μπορούσαν, με μια κατάλληλη αρχιτεκτονική μελέτη, να αποτελέσουν ενεργό τμήμα των δραστηριοτήτων του Τερματικού Σταθμού, διασφαλίζοντας έτσι την διαχρονική ύπαρξη και συντήρησή τους, με την ένταξή τους στη ζωή της πόλης».